ΑΠΕΒΙΩΣΕ Ο ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΟΣ ΠΑΝΟΣ Α. ΛΙΓΟΜΕΝΙΔΗΣ

Η Ακαδημία Αθηνών ανακοίνωσε ότι απεβίωσε  ο Ακαδημαϊκός Πάνος Α. Λιγομενίδης. Η εξόδιος ακολουθία έγινε από τον Ιερό Ναό Παμμεγίστων Ταξιαρχών του Κοιμητηρίου Μελισσίων την Παρασκευή 28 Ιουνίου στις 6 μ.μ.

Ο Πάνος Λιγομενίδης γεννήθηκε στον Πειραιά το 1928. Σπούδασε στη Φυσικομαθηματική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στην Ηλεκτρονική Επιστήμη και τη Φυσική στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ της Καλιφόρνια, του οποίου είχε αναγορευθεί διδάκτωρ. Είχε εργασθεί ως ερευνητής στην ΙBM και είχε διατελέσει καθηγητής στα πανεπιστήμια: Στάνφορντ, Καλιφόρνια-Λος Άντζελες (UCLA), Πολυτεχνικό Πανεπιστήμιο Μαδρίτης και Μέριλαντ, όπου διηύθυνε το ερευνητικό εργαστήριο κυβερνητικής Cybernetics Research Laboratory, όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Είχε διατελέσει αντιπρόεδρος της Caelum Research Corporation και τεχνικός σύμβουλος πολλών εταιρειών και δημοσίων οργανισμών διεθνώς.

Το δημοσιευμένο επιστημονικό του έργο αφορά κυρίως τους τομείς της Τεχνητής Νοημοσύνης και την ανάπτυξη και εφαρμογή των Νευρωνικών Δικτύων και των Ψηφιακών Υπολογιστών στην Ιατρική, τις Τηλεπικοινωνίες και τη Βιομηχανία. Είχε τιμηθεί με πληθώρα διακρίσεων και διηύθυνε το Γραφείο Επιστήμης της Πληροφορικής και Ηλεκτρονικής στην Ακαδημία Αθηνών, όπου διεξάγονται κυρίως έρευνες ιατρικών εφαρμογών. Το 2009 είχε διατελέσει πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών.

 

ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΑΠΟΦΟΙΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΒΕΗ: 

Ένας από τους αρχαιότερους αποφοίτους που είχα την τύχη να γνωρίσω από πολύ κοντά έφυγε την Πέμπτη. Παραθέτω ένα πολύ συγκινητικό δημοσίευμα από μια καλή του συνεργάτιδα/φίλη, την Αικατερίνη Καμηλάκη:

 

Καλό σου ταξίδι, καλέ μου φίλε,

Γι’ αυτή την ώρα ποτέ κανείς δεν είναι έτοιμος. Το ξάφνιασμα

που δημιουργεί το πέρασμα του θανάτου είναι πάντα οδυνηρό… Καλό σου ταξίδι, καλέ μου φίλε. Αντί για μνημόσυνα που δεν σου ταιριάζουν, αναρτώ ένα σου κείμενο, που ξέρω πως αγαπούσες. Είναι αυτό που διάβασες στην ημερίδα για τον ποιητή που θαύμαζες, τον Κωστή Παλαμά. Αιωνία σου η μνήμη.

Ομιλία

του Προέδρου της Ακαδημίας Αθηνών Πάνου Λιγομενίδη

Ημερίδα «Κωστής Παλαμάς» – Ακαδημία Αθηνών (16-12-09)

Κυρίες και Κύριοι,

Όταν πρότεινα στην Ακαδημία Αθηνών να γίνει αυτή η εκδήλωση είχα υπ’ όψιν μου ότι κάποιοι θα αναρωτηθούν, πως εγώ ένας επιστήμων της Φυσικής και της Πληροφορικής νοιάζεται για έναν Ποιητή. Η απάντηση τυπικά είναι απλή! Ο Παλαμάς δεν ήταν απλώς ένας ποιητής, υπήρξε ένας εθνικός Ποιητής, μια προσωπικότητα που για μισό και πλέον αιώνα κυριάρχησε στην πνευματική ζωή του τόπου μας, υπήρξε ακαδημαϊκός από το 1926 (με την ίδρυση της σημερινής Ακαδημίας Αθηνών) και Πρόεδρός της το 1930. Εκατόν πενήντα χρόνια από τη γέννησή του, αισθάνομαι την υποχρέωση ως Πρόεδρος του Ιδρύματος που ο Παλαμάς λάμπρυνε με την μακρόχρονη παρουσία του, να τον τιμήσουμε και να τον ξαναφέρουμε στη μνήμη μας αλλά και στη γνώση των νεότερων. Μαζί με τον Γιάννη Ρίτσο, στον οποίο εφέτος αποδόθηκαν τιμές, κι ο Παλαμάς, αυτός ο γίγαντας της ποίησης, πρέπει να έχει τιμητική θέση στις γιορτές μας.

Αυτή είναι η μία, η πιο απλή, εξήγηση. Ωστόσο υπάρχει και η προσωπική. Μπορεί να μην είμαι ποιητής στίχων, αλλά είμαι ταπεινός αναγνώστης και τρυγητής στίχων, γιατί θεωρώ ότι η ποίηση συμβαδίζει με την αληθινή Επιστήμη, καθώς και οι δύο χρειάζονται τα φτερά της Φαντασίας. Ήμουν έφηβος, μαθητής στο Βαρβάκειο το 1943, και παρακολούθησα την κηδεία του Ποιητή κι ακόμη, παρά το ανίδεο της ηλικίας τότε, ηχούν στ’ αυτιά μου τα φλογερά και εθνεγερτήρια λόγια, μπροστά στους εμβρόντητους Γερμανούς κατακτητές, του άλλου μεγάλου ποιητή, του Άγγελου Σικελιανού:

Ηχήστε σάλπιγγες…καμπάνες βροντερές

Δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα…

Βογκήστε τύμπανα πολέμου…οι φοβερές

σημαίες ξεδιπλωθείτε στον αέρα!

Σ αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα!

Ο ίδιος ποιητής, ο Άγγελος Σικελιανός, στο μνημόσυνο για τον Παλαμά λίγα χρόνια αργότερα, θα πει γι’ αυτή την κηδεία που έμοιαζε εθνικό συλλαλητήριο! Κάτι ανάλογο, θυμίζω, έγινε κατά τη διάρκεια της Χούντας των συνταγματαρχών στην κηδεία του Γιώργου Σεφέρη. Έλεγε, λοιπόν, ο Σικελιανός για την κηδεία του Παλαμά: «Ποιος θα λησμονήσει την στιγμή εκείνη που ένα ατέλειωτο ανθρωπομάζωμα, νέοι, παιδιά, γυναίκες, άντρες, γέροι, με το αποκόμματο ενός μολυβιού στο ’να χέρι και μες στο άλλο το μικρό κομμάτι ενός χαρτιού, αντιγράψανε λαχανιασμένα, βιαστικά τους στίχους οπού στο άγγελμα του θανάτου του Ποιητή είχε κρεμάσει στην προθήκη του το βιβλιοπωλείο του Ελευθερουδάκη; Τι ήταν τάχα εκείνο που τους οιστρηλάτησε έτσι και τους μάζεψε σε μια στιγμή όλους μαζί και τους εστρίμωξε αναμεταξύ τους; …Ήτανε μήπως ένα φευγαλέο μονάχα συναισθηματικό ξύπνημα το γεγονός αυτό; Ήταν μια μίμηση, ένα κύμα ομαδικού αιφνίδιου αυτοματισμού, οπού κινούσε αδιάκοπα τον ένα πίσω από τον άλλο κι’ επροκάλει μίαν εκδήλωση ως αυτή; Απόλυτα όχι! Ήταν πενήντα χρόνια πολυώδυνου και πολυκύμαντου εθνικού πνευματικού βίου, που μονάχα εκείνος τον εσήκωνε μερόνυχτα στους ώμους του, πενήντα χρόνια μόχθου υπεράνθρωπου και υπομονής, κατά τα οποία αυτός εσήκωνε τα βάρη όλων μας των αμαρτιών, κ’ ήταν, ακόμα, λίγα χρόνια μαρτυρίου του ίδιου, που ανεπίγνωστα κι αγάλι αγάλι καταστάλαζαν μες την ψυχή της μάζας, ώσπου ξάφνου ο Θάνατος τον εξεσκέπασεν ολόκληρο μπροστά της, πάνω στο ίδιο βάθρο της κρυμμένης ως την ώρα εκείνη, αιωνιότητάς του, όθε αόρατος ο ίδιος – πεθαμένος σύγχρονα κι αναστημένος, στους δικούς του αιώνιους κόσμους – εμιλούσε αυτά τα ίδια υπέρσοφά του λόγια, καταρράχτη νοερής και μουσικής θυσίας, της ίδιας του θυσίας, προς ολόκληρο τον ελληνικό λαό:

Βασανισμένε, ταπεινέ και λυτρωμένε και ίσε!

Συγκινημένος την επομένη στο Βαρβάκειο θυμάμαι έγραψα μια αξιόλογη έκθεση για τον Παλαμά. Έτσι θεμελιώνεται «εξ απαλών ονύχων» η προσωπική μου σχέση με τον Ποιητή.

Έκτοτε στον δρόμο της ζωής μου, κυρίως στην ξενιτιά, τον αναζήτησα αρκετές φορές, σαν παλιό γνώριμο, μέσα από την πολυδαίδαλη ποίησή του, μέσα από τις απόψεις του για τη γλώσσα, για την εθνική υπόσταση, για τη Ζωή, την Ανθρωπιά, τη Φύση, τον Έρωτα, την Επιστήμη.

Με τον Παλαμά συναντηθήκαμε πολλές φορές. Συναντηθήκαμε στην «Φοινικιά», έναν ύμνο στη Φύση, για την οποία θα μας μιλήσει ο ερμηνευτής της ο ακαδημαϊκός Δεσποτόπουλος,

που αφουγκράζεται της γης το μέγα καρδιοχτύπι

κι 

όπου γλυκανασαίνουνε τ’ Απρίλη οι κήποι,

αλλά και στην κορυφαία έκφραση της λυρικής σκέψης του «Τον Δωδεκάλογο του Γύφτου». Με γοήτευε πάντα, που στο πνευματικό του ταξίδι ο Γύφτος, χαλαστής και πλάστης του κόσμου, τολμά να απαρνηθεί αξίες και εποχές για να τις αναστήσει ακέραιες μέσα από την Τέχνη, και μέσα από τη Γνώση – την Επιστήμη. Γιατί έτσι καταλήγει υμνώντας την μητέρα Φύση και την Επιστήμη.

Όλυμπου δεύτερου πλάστης

Έγινε και λειτουργός

Μία είναι η Φύση με όσα ονόματα!

γύρε βάλε αυτί στη Φύση!

…….